Σήμερα από τις 16.00 έως τις 17.00 στον Up 'n' Loud Web Radio ακούσαμε τραγούδια punk και new wave (Blondie, Devo, 999, Visage, Siouxsie & The Banshees, The Go-Betweens, Specimen, Suburban Studs, The Donkeys, Sex Pistols, Buzzcocks, X, Swell Maps, Family Fodder) αλλά θυμηθήκαμε και τον σπουδαίο Tim Buckley...
O Timothy Charles Buckley γεννήθηκε στη Washington DC ανήμερα του Αγίου Βαλεντίνου από γονείς που είχαν Ιταλική και Ιρλανδική καταγωγή. Αγάπησε από πολύ μικρός τη μουσική ακούγοντας τους δίσκους της μητέρας του, που ήταν θαυμάστρια του Miles Davis. To 1956, η οικογένειά του μετακόμισε στην California και εκεί, συνέχισε να ακούει μουσική, αυτή τη φορά από τους δίσκους της γιαγίας του. Στη δισκοθήκη της υπήρχαν δίσκοι της Bille Holiday, της Bessie Smith αλλά και του Frank Sinatra. O πατέρας του, επίσης, ακούγε κι αυτός μουσική, κυρίως Johnny Cash και Hank Williams.
Όταν έγινε 13 ετών, έμαθε να παίζει banjo και, μαζί με κάποιους φίλους, έφτιαξαν ένα συγκρότημα και έπαιξαν σε σχολικές εκδηλώσεις. Σε έναν ποδοσφαιρικό αγώνα στο σχολείο, τραυματίστηκε στα δύο πρώτα δάχτυλα του δεξιού του χεριού. Η ζημιά ήταν μόνιμη και ο Buckley δεν μπορούσε να παίξει, όπως ήθελε και φανταζόταν, μουσική. Παρόλα αυτά, ο μικρός Tim συνέχισε να ασχολείται με αυτό που αγαπούσε, σχηματίζοντας νέα συγκροτήματα πριν ακόμη τελειώσει το σχολείο.
Το 1965 παντρεύτηκε την Mary Guibert, η οποία αποτέλεσε την έμπνευση για πολλά από τα πρώτα του τραγούδια. Ο γάμος δεν κράτησε παρά μόνο ένα χρόνο αλλά είχε σαν αποτέλεσμα τη γέννηση ενός παιδιού. Το παιδί αυτό, πολλά χρόνια αργότερα, θα έκανε κι αυτό καριέρα στη μουσική με το όνομα Jeff Buckley...
Mετά το σχολείο, ο Buckley γράφτηκε στο κολλέγιο, αλλά σύντομα τα παράτησε για χάρη της μουσικής. Ξεκίνησε να εμφανίζεται σε clubs του Los Angeles και του Orange County και εκεί γνώρισε τον manager Herb Cohen, ο οποίος ενθουσιάστηκε με τη μουσική του και του έκλεισε μερικές εμφανίσεις στο Greenwich Village της Νέας Υόρκης. Εκεί γνωρίστηκε με τον κιθαρίστα Lee Underwood, με τον οποίο συνεργάστηκε στενά στα επόμενα χρόνια.
Το 1966 υπέγραψε συμβόλαιο συνεργασίας με την εταιρία δίσκων Elektra και κυκλοφόρησε το πρώτο του άλμπουμ με τίτλο το όνομά του. Το 1967 ακολούθησε ο πολύ καλός δίσκος 'Goodbye & Hello', που θα μπορούσε να κάνει πολύ μεγαλη επιτυχία αν ο Buckley ήταν πιό φιλικός με τον μουσικό τύπο και τις συνεντεύξεις. Ήταν επίσης, πολύ αρνητικός στο να εμφανιστεί στην τηλεόραση παίζοντας playback, με αποτέλεσμα να ακυρωθούν κάποιες εμφανίσεις του σε δημοφιλή τηλεοπτικά shows.
To 1968 ηχογράφησε το δίσκο 'Happy Sad' που είχε επιρροές από τη jazz αλλά διατηρούσε το folk rock κλίμα των προηγούμενων κυκλοφοριών του. Την επόμενη χρονιά κυκλοφόρησε το 'Blue Afternoon' με τον Buckley να προσπαθεί να μην χάσει τον έλεγχο ανάμεσα στην pop μουσική (που ζητούσε απ' αυτόν η εταιρία του) και το avant garde (που ο ίδιος ενδιαφερόταν να προωθήσει). Αμέσως μετά, βγήκε στην αγορά το 'Lorca' (1970) που δεν ενθουσίασε ούτε το κοινό αλλά ούτε και τους μουσικοκριτικούς.
Το 'Starsailor' (1970) μπορεί να θεωρηθεί το αριστούργημα της καριέρας του Buckley, με το υπέροχο 'Song To The Siren' να ξεχωρίζει. Ο δίσκος ήταν όμως μια εμπορική αποτυχία, κάτι που κόστισε οικονομικά και ψυχολογικά στον καλλιτέχνη. Μετά την κακή υποδοχή του 'Starsailor', o Βuckley άρχισε να κάνει χρήση ναρκωτικών και να πίνει πολύ αλκοόλ, ενώ παράλληλα η οικονομική του κατάσταση πήγαινε απ' το κακό στο χειρότερο. Κατάφερε, πάντως, να κάνει έναν δεύτερο γάμο, με την Judy Brejot Sutcliffe.
Oι δίσκοι 'Greetings From L.A.' (1972), 'Sinfronia' (1974) και 'Look At The Fool' (1974), σηματοδότησαν μια στροφή του Buckley σε πιό funk μορφές, ενώ οι στίχοι του είχαν να κάνουν πλέον περισσότερο με το sex και ευφορικά συναισθήματα. Δεν κατάφεραν να γίνουν επιτυχίες, αλλά τα τραγούδια του πρώτου από τους τρεις αυτούς δίσκους, ακούστηκαν αρκετά από το αμερικανικό ραδιόφωνο. Παράλληλα, σταμάτησε να πίνει και να κάνει χρήση ναρκωτικών.
Μετά το τέλος μιας επιτυχημένης περιοδείας το 1975, ο Tim βρέθηκε στο σπίτι του φίλου του Richard Keeling, στις 29 του Ιούνη εκείνης της χρονιάς. Ο Keeling πρόσφερε στον Buckley μια δόση ηρωίνης και αυτός τη δέχτηκε. Κατάφερε να γυρίσει στο σπίτι του και να δεχτεί την περιποίηση της συζύγου του, η οποία κατάλαβε ότι κάτι δεν πήγαινε καλά. Τον βοήθησε να ξαπλώσει στο κρεβάτι όπου και πέθανε μέσα σε λίγη ώρα. Η δόση ηρωίνης που είχε πάρει ήταν υπερβολική...
Ο Κeeling καταδικάστηκε για ανθρωποκτονία χωρίς πρόθεση και έμεινε μερικούς μήνες στη φυλακή πριν βγει με αναστολή. Οι φίλοι του Buckley πάντως, ανέφεραν ότι ο καλλιτέχνης είχε καταναλώσει μεγαλύτερες ποσότητες ηρωίνης στο παρελθόν και δεν είχε πάθει το παραμικρό. Η κηδεία του έγινε σε στενό κύκλο φίλων στη Santa Monica. O Lee Underwood, που ήταν ένας από αυτούς που παραβρέθηκαν στην κηδεία, έγραψε αργότερα τη βιογραφία του Buckley που κυκλοφόρησε με τίτλο 'Blue Melody: Tim Buckley Remembered'.
Tim Buckley's best moments:
1. 'Song To The Siren'
2. 'Pleasant Street'
3. 'Phantasmagoria In Two'
4. 'Sweet Surrender'
5. 'Love From Room 109 At The Islander (On Pacific Coast Highway)'
6. 'Get On Top'
7. 'Sally, Go Round The Roses'
8. 'I Never Asked To Be Your Mountain'
9. 'Lorca'
10. 'Morning Glory'
O Timothy Charles Buckley γεννήθηκε στη Washington DC ανήμερα του Αγίου Βαλεντίνου από γονείς που είχαν Ιταλική και Ιρλανδική καταγωγή. Αγάπησε από πολύ μικρός τη μουσική ακούγοντας τους δίσκους της μητέρας του, που ήταν θαυμάστρια του Miles Davis. To 1956, η οικογένειά του μετακόμισε στην California και εκεί, συνέχισε να ακούει μουσική, αυτή τη φορά από τους δίσκους της γιαγίας του. Στη δισκοθήκη της υπήρχαν δίσκοι της Bille Holiday, της Bessie Smith αλλά και του Frank Sinatra. O πατέρας του, επίσης, ακούγε κι αυτός μουσική, κυρίως Johnny Cash και Hank Williams.
Όταν έγινε 13 ετών, έμαθε να παίζει banjo και, μαζί με κάποιους φίλους, έφτιαξαν ένα συγκρότημα και έπαιξαν σε σχολικές εκδηλώσεις. Σε έναν ποδοσφαιρικό αγώνα στο σχολείο, τραυματίστηκε στα δύο πρώτα δάχτυλα του δεξιού του χεριού. Η ζημιά ήταν μόνιμη και ο Buckley δεν μπορούσε να παίξει, όπως ήθελε και φανταζόταν, μουσική. Παρόλα αυτά, ο μικρός Tim συνέχισε να ασχολείται με αυτό που αγαπούσε, σχηματίζοντας νέα συγκροτήματα πριν ακόμη τελειώσει το σχολείο.
Το 1965 παντρεύτηκε την Mary Guibert, η οποία αποτέλεσε την έμπνευση για πολλά από τα πρώτα του τραγούδια. Ο γάμος δεν κράτησε παρά μόνο ένα χρόνο αλλά είχε σαν αποτέλεσμα τη γέννηση ενός παιδιού. Το παιδί αυτό, πολλά χρόνια αργότερα, θα έκανε κι αυτό καριέρα στη μουσική με το όνομα Jeff Buckley...
Mετά το σχολείο, ο Buckley γράφτηκε στο κολλέγιο, αλλά σύντομα τα παράτησε για χάρη της μουσικής. Ξεκίνησε να εμφανίζεται σε clubs του Los Angeles και του Orange County και εκεί γνώρισε τον manager Herb Cohen, ο οποίος ενθουσιάστηκε με τη μουσική του και του έκλεισε μερικές εμφανίσεις στο Greenwich Village της Νέας Υόρκης. Εκεί γνωρίστηκε με τον κιθαρίστα Lee Underwood, με τον οποίο συνεργάστηκε στενά στα επόμενα χρόνια.
Το 1966 υπέγραψε συμβόλαιο συνεργασίας με την εταιρία δίσκων Elektra και κυκλοφόρησε το πρώτο του άλμπουμ με τίτλο το όνομά του. Το 1967 ακολούθησε ο πολύ καλός δίσκος 'Goodbye & Hello', που θα μπορούσε να κάνει πολύ μεγαλη επιτυχία αν ο Buckley ήταν πιό φιλικός με τον μουσικό τύπο και τις συνεντεύξεις. Ήταν επίσης, πολύ αρνητικός στο να εμφανιστεί στην τηλεόραση παίζοντας playback, με αποτέλεσμα να ακυρωθούν κάποιες εμφανίσεις του σε δημοφιλή τηλεοπτικά shows.
To 1968 ηχογράφησε το δίσκο 'Happy Sad' που είχε επιρροές από τη jazz αλλά διατηρούσε το folk rock κλίμα των προηγούμενων κυκλοφοριών του. Την επόμενη χρονιά κυκλοφόρησε το 'Blue Afternoon' με τον Buckley να προσπαθεί να μην χάσει τον έλεγχο ανάμεσα στην pop μουσική (που ζητούσε απ' αυτόν η εταιρία του) και το avant garde (που ο ίδιος ενδιαφερόταν να προωθήσει). Αμέσως μετά, βγήκε στην αγορά το 'Lorca' (1970) που δεν ενθουσίασε ούτε το κοινό αλλά ούτε και τους μουσικοκριτικούς.
Το 'Starsailor' (1970) μπορεί να θεωρηθεί το αριστούργημα της καριέρας του Buckley, με το υπέροχο 'Song To The Siren' να ξεχωρίζει. Ο δίσκος ήταν όμως μια εμπορική αποτυχία, κάτι που κόστισε οικονομικά και ψυχολογικά στον καλλιτέχνη. Μετά την κακή υποδοχή του 'Starsailor', o Βuckley άρχισε να κάνει χρήση ναρκωτικών και να πίνει πολύ αλκοόλ, ενώ παράλληλα η οικονομική του κατάσταση πήγαινε απ' το κακό στο χειρότερο. Κατάφερε, πάντως, να κάνει έναν δεύτερο γάμο, με την Judy Brejot Sutcliffe.
Oι δίσκοι 'Greetings From L.A.' (1972), 'Sinfronia' (1974) και 'Look At The Fool' (1974), σηματοδότησαν μια στροφή του Buckley σε πιό funk μορφές, ενώ οι στίχοι του είχαν να κάνουν πλέον περισσότερο με το sex και ευφορικά συναισθήματα. Δεν κατάφεραν να γίνουν επιτυχίες, αλλά τα τραγούδια του πρώτου από τους τρεις αυτούς δίσκους, ακούστηκαν αρκετά από το αμερικανικό ραδιόφωνο. Παράλληλα, σταμάτησε να πίνει και να κάνει χρήση ναρκωτικών.
Μετά το τέλος μιας επιτυχημένης περιοδείας το 1975, ο Tim βρέθηκε στο σπίτι του φίλου του Richard Keeling, στις 29 του Ιούνη εκείνης της χρονιάς. Ο Keeling πρόσφερε στον Buckley μια δόση ηρωίνης και αυτός τη δέχτηκε. Κατάφερε να γυρίσει στο σπίτι του και να δεχτεί την περιποίηση της συζύγου του, η οποία κατάλαβε ότι κάτι δεν πήγαινε καλά. Τον βοήθησε να ξαπλώσει στο κρεβάτι όπου και πέθανε μέσα σε λίγη ώρα. Η δόση ηρωίνης που είχε πάρει ήταν υπερβολική...
Ο Κeeling καταδικάστηκε για ανθρωποκτονία χωρίς πρόθεση και έμεινε μερικούς μήνες στη φυλακή πριν βγει με αναστολή. Οι φίλοι του Buckley πάντως, ανέφεραν ότι ο καλλιτέχνης είχε καταναλώσει μεγαλύτερες ποσότητες ηρωίνης στο παρελθόν και δεν είχε πάθει το παραμικρό. Η κηδεία του έγινε σε στενό κύκλο φίλων στη Santa Monica. O Lee Underwood, που ήταν ένας από αυτούς που παραβρέθηκαν στην κηδεία, έγραψε αργότερα τη βιογραφία του Buckley που κυκλοφόρησε με τίτλο 'Blue Melody: Tim Buckley Remembered'.
Tim Buckley's best moments:
1. 'Song To The Siren'
2. 'Pleasant Street'
3. 'Phantasmagoria In Two'
4. 'Sweet Surrender'
5. 'Love From Room 109 At The Islander (On Pacific Coast Highway)'
6. 'Get On Top'
7. 'Sally, Go Round The Roses'
8. 'I Never Asked To Be Your Mountain'
9. 'Lorca'
10. 'Morning Glory'